Του Βασιλείου Π. Κερμενιώτη

Αφορμή γι’ αυτήν την παρέμβαση-άρθρο μου αποτελεί μία πολύ αξιόλογη ανάρτηση του ιστολογίου «Αβέρωφ»1 που σχολίασε το ρεπορτάζ του εορτασμού της επετείου του «ΟΧΙ» στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Παντελεήμονος της Φλώρινας. Όπως φαίνεται και στις φωτογραφίες2, στα μπροστινά καθίσματα του Ναού, αλλά και στη δοξολογία εκτός Ναού στέκεται ένας βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ της Φλώρινας που ψήφισε το πρόσφατο νομοσχέδιο «αλλαγής φύλου». Το εύλογο ερώτημα που αναδύεται είναι το εξής: Θα επέτρεπε ποτέ ο πατήρ Αυγουστίνος να εισέλθουν στο Ναό του Θεού πολιτικοί που ψηφίζουν αντίχριστα νομοσχέδια; Ασφαλώς όχι. Τέτοιοι άνθρωποι δεν θα μπορούσαν ούτε φωτογραφιστές να δουν τις εκκλησιές της Φλώρινας. Για τον π. Θεόκλητο όμως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα! Τόσα μνημόνια και τόσοι αντίχριστοι νόμοι έχουν ψηφιστεί και ο δεσπότης μας δεν έχει αντιδράσει! Οι πολιτικοί που ποδοπατούν τα ιερά και τα όσια της πατρίδας μας έχουν πάντα θέση δίπλα στον κ. Πασσαλή!
Δυστυχώς, στα 17 χρόνια της αρχιερατείας του ο Μητροπολίτης μας δεν μπόρεσε να πει ποτέ ένα μεγάλο ΟΧΙ:
– Δεν μπόρεσε να πει ΟΧΙ στον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο που προδίδει την Ορθοδοξία. Αντίθετα, τον επαινεί!
– Δεν μπόρεσε να πει ΟΧΙ στον Οικουμενιστή Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο που έχει αγαστή συνεργασία με την εκκλησιομάχο Κυβέρνηση (γι’ αυτό και κάποιες εφημερίδες τον ονομάζουν «Συριζώνυμο»).
– Δεν μπόρεσε να πει ΟΧΙ στη μετάλλαξη του μαθήματος των θρησκευτικών που έχει γίνει οικουμενιστικό και δηλητηριάζει, πνευματικά, τα παιδιά μας.
– Δεν μπόρεσε να πει ΟΧΙ στη ληστρική ψευδοσύνοδο της Κρήτης που νομιμοποίησε τον Οικουμενισμό και εισήγαγε στο Σώμα της Εκκλησίας μας την αίρεση. Αντίθετα, την έχει εγκωμιάσει!
– Δεν μπόρεσε να πει ΟΧΙ στον πρώην πρωτοσύγκελο Ιουστίνο Μπαρδάκα που για 15 ολόκληρα χρόνια έκανε φιλίες και δημόσιες σχέσεις με τους “ισχυρούς της ημέρας”, τους αιρετικούς Οικουμενιστές και μας τους κουβαλούσε, “τρεις την ώρα”, στη Φλώρινα!
Δυστυχώς, εν γένει, ο π. Θεόκλητος, ποτέ δεν κατόρθωσε να ορθώσει το ανάστημά του και να πει ένα ηρωικό «ΟΧΙ» στις «ύαινες» που κατατρώγουν τις σάρκες της Πατρίδας και της Θρησκείας μας! Κι όχι μόνο δεν είπε ποτέ ΟΧΙ σ’ όλους αυτούς, αλλά ―φρίξον ήλιε! ― καταδιώκει τους γενναίους μοναχούς των δύο ηρωικών Μονών της Μητρόπολης που είπαν ΟΧΙ στο τέρας του Οικουμενισμού! Μάλιστα, πρόσφατα τούς έκανε και περικοπή μισθών! Δυστυχώς, ο μητροπολίτης Θεόκλητος αποδείχτηκε πολύ κατώτερος των περιστάσεων. Ακολουθεί το εξαιρετικό άρθρο από το ιστολόγιο «Αβέρωφ»:
«Το ΟΧΙ του ’40, τα ναι του σήμερα – ψευδοποιμένες και πολιτικάντηδες.
Tο ηρωικό ‘ΟΧΙ’ του ’40, πόσα φτηνά ‘ναι’ θα ξεπλύνει ακόμη;
Ιδού ένα παράδειγμα πως διαφθείρεται ο λαός από τις ηγεσίες του.
Μαθαίνουμε από το romfea.gr ότι το Σάββατο της 28ης Οκτωβρίου τελέστηκε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Παντελεήμονος Φλώρινας Θεία Λειτουργία και Πανηγυρική Δοξολογία προεξάρχοντος του Μητροπολίτου Φλωρίνης Πρεσπών και Εορδαίας Θεόκλητου για την Επέτειο του ΟΧΙ. Σύσσωμη η πολιτική ηγεσία της περιοχής και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Σέλτσας βρέθηκαν στον Ιερό Ναό και στις εκδηλώσεις που ακολούθησαν. 
Ο Σέλτσας ψήφισε στο νομοσχέδιο αλλαγής φύλου (το λένε ‘αναγνώριση ταυτότητας φύλου’) ‘ναι’ επί της αρχής και ‘ναι’στο άρθρο 3. Δύο ‘ναι’ που χρειάζονταν επειγόντως ‘σουλούπωμα’ με εικονικό εκκλησιασμό, και μάλιστα την ημέρα που ο λαός εορτάζει το τελευταίο αντρίκιο ΟΧΙ σε ξένο κατακτητή που άκουσε από στόμα ηγέτη εδώ και κοντά 80 –ΟΓΔΟΝΤΑ– χρόνια!!
Καμαρωτός-καμαρωτός χωρίς ίχνος ντροπής ο Σέλτσας μέσα τον Ιερό Ναό [φωτογραφίες στην πηγή] ενώ στους εξωτερικούς χώρους φρόντιζε να βρίσκεται κοντά στον Μητροπολίτη για τον απαραίτητο ..’δημόσιο εξαγνισμό’. Τι θα έκανε στη θέση του Μητροπολίτη Θεοκλήτου ο π. Αυγουστίνος εάν ζούσε; Θα ανεχόταν τον συριζαίο μέσα στον Ναό; Θα περιφερόταν μαζί του στους προαύλιους χώρους για να τον ‘διαφημίσει’ στο ποίμνιό του και να αθωώσει στην συνείδησή τους τις πράξεις του;
Ο Μητροπολίτης Θεόκλητος όμως επειδή δεν είναι ο π. Αυγουστίνος Καντιώτης είπε και αυτός το δικό του ‘ναι’ και δεν έβγαλε άχνα. Τους ακριβείς λόγους που είπε αυτό το ‘ναι’ εκείνος τους γνωρίζει. Εμείς μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε έχοντας πάντα ως γνώμονα την σοφή λαϊκή παροιμία, ‘το να χέρι νίβει τ’ άλλο και τα δυό το πρόσωπο’.
Είναι περισσότερο από ξεκάθαρο ότι η συντριπτική πλειονότητα των ‘ποιμένων’ μας δεν θέλουν να βάλουν το κεφάλι τους στον ντορβά αλλιώς θα μιμούνταν πρώτα-πρώτα τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Δυστυχώς όμως αφήσαν τους Αγίους και μιμούνται τους κοσμικούς άρχοντες. Η ψευδοσύνοδος, το νέο μάθημα των Θρησκευτικών, είναι όλα συμπτώματα. Η ασθένεια είναι αλλού και τραβάει χρόνια. Και δυστυχώς αυτού του είδους η βρώμικη ‘συνδιαλλαγή’ μεταξύ ‘ποιμένων’ και πολιτικάντηδων δεν έχει γίνει δεύτερη φύση μόνο σε αυτούς που την κάνουν αλλά και σε αυτούς που την βλέπουν, στο ίδιο το ακατήχητο και κοιμισμένο ποίμνιο το οποίο έχει εκπαιδευτεί δυστυχώς να συμβιβάζει τα ασυμβίβαστα.
Δεν μπορεί κύριοι η Εκκλησία να σιωπά μπροστά σε ανθρώπους οι οποίοι αμετανόητα διαφθείρουν τον λαό με αντίχριστα νομοσχέδια. Δεν είναι αυτοί το ίδιο με έναν άνθρωπο, όποιος κι αν είναι αυτός, που έρχεται να ακουμπήσει την αμαρτωλή ψυχή του στην Εκκλησία.
Οι οικονομικοί απατεώνες έχουν βρει τρόπο να ξεπλένουν το μαύρο χρήμα τους σε ‘φιλανθρωπίες’. Κάτι ανάλογο κάνουν και οι πολιτικάντηδες κάθε φορά που ψηφίζουν μισητά από όλους, ανθελληνικά νομοσχέδια. … Έχουν βρει και αυτοί τα ‘πλυντήριά’ τους. Και κάπως έτσι γυρίζει χρόνια ο σκουριασμένος τροχός που μας έφερε στο σημερινό τέλμα. Ναι λοιπόν, όλοι μας φταίμε στο μέτρο που μας αναλογεί αλλά το ψάρι κύριοι βρωμάει απ’ το κεφάλι.
Στο βιβλίο γλώσσας της Ε’ Δημοτικού περιέχεται κείμενο με τον τίτλο: «Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο» και υπότιτλο «και εμείς πήγαμε στο υπόγειο». Τελικά κατάλαβα ότι τέτοιου είδους κείμενα δεν αποσκοπούν μονάχα στο να καλλιεργήσουν φόβο και ηττοπάθεια στα παιδιά, και να τα αποκόψουν εντελώς από το ένδοξο παρελθόν των προγόνων μας. Θέλουν να κάνουν τα παιδιά να μοιάσουν ακριβώς με τους σημερινούς μας ‘ηγέτες’.
Την 28η Οκτωβρίου του 2017 ο Μητροπολίτης Φλωρίνης Θεόκλητος και ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Κώστας Σέλτσας μας είπαν και οι δυο μαζί στερεοφωνικά:
«Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο»
«και εμείς οι δυό πήγαμε στο υπόγειο»3.
Διαβάστε περισσότερα ...

10:51 μ.μ.

ΙΔΟΥ ΟΙ ΝΕΟΙ " ΕΛΛΗΝΕΣ"...

Posted by Εφημερίδα Κρουά - Κρουά |






Καμαρωτοί-καμαρωτοί, ποζάρουν στον φακό οι νέοι «Έλληνες» των σύγχρονων καιρών της Νέας Τάξης – Παγκοσμιοποίησης, που παρήλασαν στην Μυτιλήνη. 

Πρόκειται τον 15χρονο Ατασάν από το Πακιστάν, τον 16χρονο Ιναγιέζ από το Αφγανιστάν, τους 17χρονους Μαχμούτ, Αλιζαϊγκάν, Αβάζ, Αμπντούλ και Αλίρεζα από το Πακιστάν και τον Σαϊφουλάχ από το Αφγανιστάν, τους 18χρονους Ιρφάν από το Πακιστάν, Χαντή και Καζίμ από το Αγφανιστάν.

Μ’ αυτούς –και με άλλους ομοίους τους- σκοπεύουν οι γραικύλοι που κυβερνούν την Ελλάδα να αντικαταστήσουν τους νέους μας, που χτυπημένοι από τα Μνημόνια και την ανεργία φεύγουν στα ξένα!

Θα το επιτρέψουμε ή θα αντισταθούμε στον αφελληνισμό της Πατρίδας μας;


(ΥΓ): Και για να μην υπάρχουν παρεξηγήσεις, δε μας φταίνε σε τίποτα οι εικονιζόμενοι νεαροί, αλλά οι εγχώριοι «αλληλέγγυοι» γραικύλοι που τα χειραγωγούν να παραστήσουν κάτι που δεν είναι! Καθιστώντας τα αυτομάτως θύματά τους!




Αναδημοσίευση ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 
Διαβάστε περισσότερα ...


Η ΑΞΙΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΓΝΩΣΗΣ 
 Εάν παρακολουθήσετε κάτι γκάλοπ που κυκλοφορούν παραμονές εθνικών επετείων , θα διαπιστώσετε πως η νέα γενιά είναι σχεδόν ή εντελώς ανιστόρητη.                                                                                                      Και δεν είναι μόνον οι άθλιες απαντήσεις που σοκάρουν, αλλά και το ύφος με το οποίο απαντούν οι νέοι της εποχής!   
Από την μια η  γενιά που δεν έμαθε ποτέ σε πιστεύω, πίστη και αρχές είναι έτοιμη να βγει στην κοινωνία όπου οι γονείς και οι παππούδες της, μπουκωμένοι στο χρήμα και στη μίζα έκαναν μια χώρα μπουρδέλο.             
Από την άλλη οι νέο ταξικοί κουλτουριάρηδες προοδευτικοί κοπρίτες στοχοποιούν και τρομοκρατούν τους Έλληνες για να μην χρησιμοποιούν είτε αρχαίες ελληνικές φράσεις η σύμβολα ως (φασιστικά η ρατσιστικά) έτσι, εκτός ότι το σχέδιο εξόντωσης που προβλέπει την αλλοίωση του πληθυσμού με την εισβολή της λαθρομετανάστευσης έτσι γίνεται το ίδιο και στην γραμματική, γλώσσα και πολιτιστικά παραδοσιακά σύμβολα του έθνος μας.
Διαβάζοντας την ομιλία του Γιώργου Χατζή για την 28η Οκτωβρίου, αντιλαμβάνεσαι την αξία της ιστορικής γνώσης αλλά και της ιστορικής συνείδησης.
 Η μελέτη της ιστορίας μας προσφέρει πληροφορίες για τη συμπεριφορά ανθρώπων και κοινωνιών μέσα στο χρόνο. 
Πώς μπορούμε να αξιολογήσουμε τον πόλεμο, αν το έθνος είναι σε ειρήνη-εκτός και αν χρησιμοποιούμε ιστορικά υλικά; Πώς μπορούμε να κατανοήσουμε ιδιοφυΐα, η επιρροή της τεχνολογικής καινοτομίας, ή το ρόλο που παίζουν οι πεποιθήσεις στη διαμόρφωση της οικογενειακής ζωής, αν δεν χρησιμοποιήσουμε όσα γνωρίζουμε για τις εμπειρίες στο παρελθόν;
Από  το παρελθόν προκύπτει το παρόν και στη συνέχεια το μέλλον. Συχνά πρέπει να κοιτάξουμε πολύ πίσω στο χρόνο για να αιτιολογήσουμε μια αλλαγή που συμβαίνει. Μόνο με την ιστορία μπορούμε να μελετήσουμε τους παράγοντες που προκαλούν μια αλλαγή.
Χωρίς την ιστορική συνείδηση είναι απλά αδύνατο να προσεγγίσεις έστω, τέτοια ερωτήματα και μοιραία θα άγεσαι και θα φέρεσαι ανάμεσα σε Σκύλλες και σε Χάρυβδες. Θα οδηγείς καράβι χωρίς πανιά και τιμόνι μεσοπέλαγα, ελπίζοντας μόνο στην τύχη ή στην εύνοια των θεών.

Θα ζεις τυφλά, θα πράττεις τυφλά, με την τυφλότητα όχι της όρασης, αλλά του μυαλού. Συνεπώς θα γίνεσαι επικίνδυνος ή δε θα κάνεις τίποτα, που είναι εξίσου ολέθριο και λυπηρό.

 Κάποιοι θα σου πουν πως η εθνική σου συνείδηση εξαρτάται από την παραδοχή του κρυφού σχολειού, τη θρησκεία σου ή το χρώμα στο δέρμα σου. Αν γνωρίζεις Ιστορία, θα τους αναγνωρίσεις αμέσως: γκρίζες ανατυπώσεις από το παρελθόν που ευτυχώς δεν έζησες, αλλά δυστυχώς είναι πιθανό να βιώσεις.

Μαθαίνω ιστορίες θα πει σκέφτομαι, παίρνω θέση, αναγνωρίζω αναλογίες ιστορικών γεγονότων, εντοπίζω διαφορές, διαγράφω επιλογές που ζημίωσαν την ανθρωπότητα, κι ας μην τις έζησα προσωπικά.

Η  ιστορία είναι η πνευματική μας τροφή που οδηγεί στην καλλιέργεια της πολιτικής συνείδησης. Γιατί η ζωή ενός λαού δεν είναι δυνατή χωρίς τις αντιλήψεις, τα ιδανικά, την πολιτισμική του κληρονομιά, την παράδοση, την ίδια την ιστορία του.
Η επίγνωση της εθνικής μας ιστορίας με ολόκληρη την κληρονομιά, άτρωτη κατά το δυνατό από ξένες προς την Ελληνική πραγματικότητα ιδεολογίες και σκοπιμότητες, θα μας κρατήσει ως φυλή αλώβητη αλλά και ως φάρο στην Ευρωπαϊκή καθώς και στην ευρύτερη οικουμενική κοινότητα. Η ευθύνη όλων μας είναι μεγάλη. Ας αναλογισθούμε και ανάλογα ας προχωρήσουμε και μάλιστα έγκαιρα κατά τους οριακούς αυτούς καιρούς. 

28-10-2017     Ντόρη Κουτουράτσα 
Πηγές.  Νάση Πετριτσοπούλου και Γεώργιος Γιαννακής


Ομιλία του εκπαιδευτικού Γεώργιου Χατζή, στην εκδήλωση της 27ης Οκτωβρίου 2017, στον Φ.Σ.Φ «Ο Αριστοτέλης»
Ο 20ος αιώνας είναι κομβικής σημασίας για την πορεία σύνολης της ανθρωπότητας και του πολιτισμού της. Ο ίδιος σημαδεύτηκε από δύο πρωτόγνωρα γεγονότα, δυο παγκοσμίους πολέμους με κολοσσιαία έκταση και συνέπειες, που όμοιούς τους κανένα έθνος στον κόσμο δεν είχε ξαναδεί. Παγκόσμιους, διότι όλα τα κράτη και οι λαοί του Πλανήτη είτε ενεπλάκησαν σε αυτούς άμεσα ως εμπόλεμοι αντίπαλοι, είτε μέσω αποστολής στρατευμάτων, είτε υπέστησαν την αγωνία τους και τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειές τους.
Ιδιαιτέρως δε ο ΒΠΠ προξένησε τόσες πολλές ανθρώπινες απώλειες αλλά και τόσες συμφορές, που το “ποτέ πια” έβγαινε αυθόρμητα από όλα τα στόματα και τις ψυχές των ανθρώπων. Δικαίως η λήξη του εορτάζεται έκτοτε κάθε χρόνο με μεγαλειώδεις πανηγυρισμούς. Κι ενώ όλοι οι λαοί γιορτάζουν την λήξη του ΒΠΠ, ένας μόνο μονίμως ανάποδος λαός, ο Ελληνικός, γιορτάζει την έναρξη της εμπλοκής του σε αυτόν.
Αυτό μάλιστα σκανδαλίζει πολλούς εξ ημών, κυρίως όσους αν και Έλληνες, κατανοούν πλημμελώς την εθνική μας ιδιαιτερότητα, καθώς ζώντας ετερόφωτοι μέσα στον Δυτικό Νεωτερισμό αποτυγχάνουν να φωταυγαστούν από το σέλας της υπερ-δισ-χιλιετούς εθνικής μας διαχρονίας και να κατανοήσουν την ιδιοπροσωπία που αυτή γεννά. Τι τελικά είναι αυτό που μας κάνει παραδόξως να γιορτάζουμε την εμπλοκή μας στον ΒΠΠ, και όχι την λήξη του; Παλαβώσαμε εντελώς, ή μήπως κάτι άλλο συμβαίνει;
Ας ξεκινήσουμε όμως από την αρχή.
28η Οκτωβρίου 1940, ξημερώματα, ο Ιταλός πρεσβευτής στην Αθήνα σηκώνει από τον ύπνο τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά σε μια μάλλον ασυνήθιστη επίσκεψη…
Από καιρό η ατμόσφαιρα μύριζε μπαρούτι σε όλη την Ευρώπη. Οι εντάσεις και τα αδιέξοδα του μεσοπολέμου είχαν συσσωρευτεί. Οι αντιθέσεις και οι εκκρεμότητες πολλές, κλόνισαν την ήδη εύθραυστη ειρήνη. Ήδη πριν ένα χρόνο, από το 1939 ο πόλεμος είχε αρχίσει. Η Ελλάς ήλπιζε να διατηρήσει ουδετερότητα, όμως δεν ήταν τελικά και τόσο εύκολο.
Η γειτονική Ιταλία αποτελούσε μια όλο και διογκούμενη απειλή. Εδώ και δυο σχεδόν δεκαετίες κυβερνούνταν από ένα δικτατορικό αυταρχικό καθεστώς υπό τον Μπενίτο Μουσσολίνι. Το ίδιο το καθεστώς έδωσε στον εαυτό του το όνομα “φασιστικό”. Λέξη άγνωστη έως τότε, με ευθεία αναφορά στην αρχαία Ρώμη, έμελλε στα επόμενα χρόνια να γίνει συνώνυμη με την δεσποτεία, την καταστολή της ελευθερίας και την ωμή αδιαλλαξία.
Αλλά και οι δυο άλλες δυνάμεις του λεγομένου “Άξονα”, η Γερμανία και η Ιαπωνία, αλλά και άλλες, φίλα προσκείμενες αν και μετέπειτα εχθρικές, είχαν παρόμοια χαρακτηριστικά. Αυταρχισμός και στρατοκρατία, επεκτατική διάθεση, και ένας διαστρεβλωμένος εθνικισμός που συσπείρωνε τα έθνη τους με επίπλαστες ιδεολογίες γύρω από μια κεντρική εξουσία, στην οποία όμως δεν είχαν τα ίδια πρόσβαση, παρά μόνο αποτελούσαν υποχείριά της. Συσπείρωση με έντονα επιθετικά χαρακτηριστικά εις βάρος άλλων εθνών και κρατών. Υπό αυτές τις συνθήκες ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος.
Στην γειτονιά μας η Ιταλία ζούσε τις δικές της γεωπολιτικές αυτοκρατορικές φαντασιώσεις. Ο επεκτατικός πειρασμός μεγάλος για την επίδοξη υπερδύναμη. Η Ελλάς φάνταζε ως ιδανικό θύμα στα μάτια τους. Για αυτούς δεν ήταν καθόλου άσχημη ιδέα μια ασφαλής επέκταση εις βάρος της, μέσω μιας άνετης (όπως τότε την λογάριαζαν) εισβολής.
Κάπως έτσι καταλήγουμε στην ασυνήθιστη επίσκεψη του Ιταλού πρέσβη εκείνο το ξημέρωμα της 27ης προς 28η Οκτωβρίου 1940.
“Αλόρ, σε λα γκέρ” (λοιπόν, έχουμε πόλεμο) ήταν η μόνη απάντηση του Έλληνος πρωθυπουργού στο τελεσίγραφο που του επεδόθη, αποκλείοντας κάθε περαιτέρω συζήτηση με τον Ιταλικό παράγοντα. Η ιστορική αυτή φράση έμελλε να μεταγραφεί μονολεκτικά ως το γνωστό μας “ΟΧΙ” στην συνείδηση του λαού. Αυτό ήταν το περίφημο «ΟΧΙ», του Ιωάννου Μεταξά, αλλά και της Ελλάδας όλης. Σύσσωμη η Ελλάς, ως ένας άνθρωπος ανταποκρίθηκε στο πρωινό πολεμικό κάλεσμα. Ο πρωτόγνωρος παλλαϊκός ενθουσιασμός και η αυθόρμητη ομοψυχία σημάδεψαν εκείνη την ημέρα, προεικάζοντας την έκβαση του αγώνα. Μίση, πάθη, μικρότητες και έριδες παραμερίστηκαν, οι εχθροί γίνανε φίλοι και αδελφοί, ο κοινός αγώνας υπέρ ελευθερίας, υπέρ βωμών και εστιών προείχε όλων των άλλων.
Ήδη εκείνη την ημέρα το Ελληνικό έθνος κατήγαγε συντριπτική νίκη, της οποίας και σήμερα την επέτειο εορτάζουμε. Νίκη όχι απέναντι στον πρόσκαιρο εχθρό, στον ευκαιριακό εισβολέα με τα γελοία τελεσίγραφα. Κατήγαγε συντριπτική νίκη απέναντι στον προαιώνιο εχθρό του, στον αρχέκακο όφι που εδώ και χιλιετίες το δηλητηριάζει, απέναντι στον κακό του εαυτό, απέναντι στην διχόνοια και την αδελφοφάγα εριθεία που το κατατρώει. Και εδώ ακριβώς βρίσκεται η απάντηση στο γιατί δεν εορτάζουμε την λήξη του ΒΠΠ, αλλά την είσοδό μας σε αυτόν. Γιατί για εμάς το μείζον είναι ο πόλεμος απέναντι στον κακό μας εαυτό, και είναι συνεχής, διαχρονικός, υπερχιλιετής, και βασανιστικός. Και όποτε κερδίζουμε μια μάχη, τότε είναι αιτία εορτής και πανηγύρεως. Οι υπόλοιποι εχθροί μας έρχονται και παρέρχονται, και συνιστούν για εμάς δευτερεύουσες απειλές.
Η Ελλάς, λένε, κατά τρόπο περίεργο, πάντα βρίσκεται στην σωστή πλευρά της Ιστορίας. Έτσι και τώρα, η εμπλοκή της στο πλευρό των Συμμάχων μπορεί να την έβαλε σε μεγάλες περιπέτειες και συμφορές, αλλά δεν την ντρόπιασε. Ο αγώνας δύσκολος, ο αντίπαλος ισχυρός. Τα μεγέθη και οι συσχετισμοί ισχύος συντριπτικά εις βάρος μας. Η γελοιοποίηση των Ιταλών από τα Μέσα της εποχής, τις εφημερίδες, τα τραγούδια στο ραδιόφωνο κλπ, δεν πρέπει να μας ξεγελάει, καθώς στόχευε στην τόνωση του ηθικού, και όχι στην περιγραφή της πραγματικότητας. Μα είναι η αξία του αντιπάλου αυτό που δίνει μεγαλείο στην Ελληνική νίκη. «Γιατί εμείς (οι Έλληνες), αντίθετα με τους βαρβάρους δεν μετράμε ποτέ το πλήθος του εχθρού» (Αισχύλος)
Βέβαια όπως είπαμε, μπήκαμε στον αγώνα νικητές ήδη από την πρώτη ημέρα, και αυτό μας έδωσε άλλη δύναμη, και άλλο κουράγιο.
Η κυβέρνηση και το επιτελείο δεν πιάστηκαν στον ύπνο. Ήδη είχαν διαγνώσει τον κίνδυνο, και από καιρό είχαν προβεί σε σοβαρές προετοιμασίες, με τα λίγα ομολογουμένως πολεμικά μέσα που διέθεταν.
Ο Στρατηγός Κατσιμήτρος, διοικητής των δυνάμεων της Ηπείρου, είχε από νωρίς προνοήσει και οργανώσει την άμυνα. Δεν ήταν μόνος του. Βασικός συντελεστής της νίκης, καταλαμβάνει το διπλανό βάθρο της Ιστορίας ο Συνταγματάρχης Κωνσταντίνος Δαβάκης, που με διορατικότητα και ευφυΐα οργάνωσε την άμυνα της Πίνδου. Ο Δαβάκης (που 3 χρόνια πριν είχε αποστρατευθεί λόγω κλονισμένης υγείας) ανακλήθηκε στην ενεργό υπηρεσία τον Αύγουστο του 1940, όταν έγινε η μερική επιστράτευση, και με το Απόσπασμα της Πίνδου, άντεξε το κύριο βάρος της πρώτης επίθεσης από την Μεραρχία «Τζούλια», και αυτό άνοιξε την πόρτα της νίκης.
Όμως ένας αγώνας δεν είναι μόνο υπόθεση της στρατιωτικής ηγεσίας. Είναι υπόθεση όλου του λαού, στρατευμένου και αμάχου. Ο καθένας καλείται να δώσει τον καλύτερο εαυτό του. Και αυτό έγινε στην Πίνδο:
Ο τοπικός πληθυσμός, και κυρίως οι γυναίκες των εμπολέμων περιοχών, ξεσηκώθηκε και μετέτρεψε τον εαυτό του σε υποζύγιο, να κουβαλά εφόδια εκεί που κανένα μέσο άλλο δεν μπορούσε να πάει. Γυναίκες παλαιάς κοπής, αρχαίου κάλλους και ήθους, μαθημένες στις κακουχίες της υπαίθρου, ψημένες στον ήλιο των αγρών και των βοσκότοπων, γυναίκες που δεν σύχναζαν σε σαλόνια και κομμωτήρια, αυτές οι μητέρες, οι αδελφές, οι γιαγιάδες, αυτές που άλλοτε κουβαλούσαν τα καυσόξυλα και τις προμήθειες του σπιτιού στις πλάτες τους, τώρα κουβαλούν πυρομαχικά και εφόδια. Δέρμα κατσιασμένο, μέση τσακισμένη από την σκληρή ζωή, μαλλιά γκρίζα, αχτένιστα. Άσχημες κατά τα δικά μας μονδέρνα lifestyle πρότυπα, όμορφες όμως μέσα στην Ιστορία.
Παλληκάρια περήφανα, ατρόμητα, ολιγαρκή. Μεροκαματιάρηδες, δουλευταράδες, αγρότες στην πλειοψηφία τους, μα και εργάτες, και φοιτητές, και τεχνίτες, και γραφιάδες, άνθρωποι της τέχνης και του πνεύματος, ποιητές και λόγιοι. Μεγαλωμένοι με ιδανικά, με Κολοκοτρώνηδες και Αθανάσιους Διάκους, με ΑξιονΕστί και Κύριε ελέησον, με Παλαιολόγους, με Αλεξάνδρους και Λεωνίδες, αυτοί ήταν οι φαντάροι μας. Φτωχοί και ολιγαρκείς στην τσέπη, πλούσιοι στην καρδιά τους, ντροπαλοί στο βλέμμα, αγέρωχοι απέναντι στον εχθρό. Τέτοια παλληκάρια έβγαζε τότες η πατρίδα μας. Και έτσι μπόρεσαν και άντεξαν στις κακουχίες του βουνού, στον χειμώνα που έσπερνε τον θάνατο περισσότερο και από τις ιταλικές σφαίρες, στην πείνα, στην ψείρα και την αρρώστια. Άλλοι στην θέση τους θα είχαν παραδοθεί. Αυτοί άντεξαν. Και νίκησαν.
Στην Θάλασσα ο αγώνας εξίσου σκληρός. Τα μέσα λίγα, και παλαιά. Όμως το κουφάρι της Έλλης έπαιρνε την εκδίκησή του. Ο «Παπανικολής» το θρυλικό υποβρύχιο, με τις περιορισμένες δυνατότητες που είχε από κατασκευής, παρέδιδε καθημερινώς μαθήματα ναυτοσύνης και θάρρους σε φίλους και εχθρούς. Τα δε κατορθώματά του αγγίζουν την σφαίρα του απίστευτου.
Η ηθική αξία του Έπους του ’40 τεράστια, μάθημα ομοψυχίας και θάρρους για εμάς τους νεωτέρους. Η στρατηγική του όμως αξία ακόμα μεγαλύτερη. Παρ’ ελπίδα η Ελληνική νίκη στην Πίνδο αναγκάζει την Γερμανία να εισβάλει στην Νότιο Βαλκανική. Ολέθριο στρατηγικό σφάλμα!!! Η αντίσταση των Ελλήνων κι εδώ είναι πεισμώδης, αλλά μοιραία κάμπτεται. Αποσπάει όμως τον πηγαίο σεβασμό από συμμάχους αλλά και από τους αντιπάλους, ακόμα και τους πιο φανατισμένους.
Ο ίδιος ο Αδόλφος Χίτλερ, αν και εισβολέας, θα πει στην Γερμανική Βουλή (4 Μαΐου 1941):
«Χάριν τής ιστορικής αληθείας οφείλω νά διαπιστώσω ότι μόνον οί Ελληνες, εξ’ όλων τών αντιπάλων οί οποίοι μέ αντιμετώπισαν, επολέμησαν μέ παράτολμον θάρρος καί υψίστην περιφρόνησιν πρός τόν θάνατον….»
Και ο στρατηγός Γεόργκι Ζούκοφ, ο αρχιτέκτονας της Σοβιετικής νίκης θυμάται:
«Εάν ό Ρωσικός λαός κατόρθωσε να ορθώσει αντίσταση μπροστά στίς πόρτες τής Μόσχας, νά συγκρατήσει καί νά ανατρέψει τόν Γερμανικό χείμαρρο, τό οφείλει στόν Ελληνικό Λαό, πού καθυστέρησε τίς Γερμανικές μεραρχίες όλον τόν καιρό πού θά μπορούσαν νά μας γονατίσουν. Η γιγαντομαχία τής Κρήτης υπήρξε τό κορύφωμα τής Ελληνικής προσφοράς.» (Απόσπασμα από τά απομνημονεύματά του γιά τόν Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.)
Η στρατηγική σημασία της Ελληνικής εμπλοκής στον ΒΠΠ είναι κεφαλαιώδης, παρόλο που στο έδαφός μας δεν σημειώθηκαν μεγάλης κλίμακας κομβικές μάχες. Ωστόσο η εισβολή εκ μέρους των Γερμανών στην Νότιο Βαλκανική και η εξ αυτής σημαντική αναβολή της επιχείρησης στην πρώην σύμμαχο ΕΣΣΔ απεδείχθη μοιραία για τις δυνάμεις του Άξονα. Οι φοβερές Γερμανικές δυνάμεις καθηλώθηκαν από τον Ρωσικό Χειμώνα λίγα μόλις χιλιόμετρα έξω από την Μόσχα. Οι ημέρες της καθυστέρησης τελικά έκαναν την διαφορά.
Αλλά και η ίδια η εισβολή και κατοχή της χώρας μας απεδείχθη στρατηγικά ανώφελη ή ακόμα και επιβλαβής. Ειδικά η εισβολή στην Κρήτη, δίχως να προσφέρει το προσδοκώμενο πλεονέκτημα στον αγώνα της Βορείου Αφρικής, ενέπλεξε και ανάλωσε πολλές δυνάμεις, και μάλιστα ειδικών επιχειρήσεων με πενιχρά μακροπρόθεσμα κέρδη.
Στα καθ΄ημάς, ο Οκτώβριος του 1940 άνοιξε για την χώρα μας ένα κύκλο περιπετειών και συμφορών που άργησε πολύ να κλείσει. Οι απώλειες του πολέμου πολλές. Η 4ετής κατοχή που ακολούθησε και η βαρβαρότητα των βορείων εισβολέων προξένησε ακόμα περισσότερα θύματα, με τα βάρβαρα ανηλεή αντίποινα, την τρομοκρατία εις βάρος αθώων αμάχων, και την πείνα. Προκάλεσε επίσης και σοβαρές καταστροφές στην υποδομή της χώρας. Πόλεις και χωριά κάηκαν και ισοπεδώθηκαν. Η οικονομία κυριολεκτικά διαλύθηκε. Δεν υπάρχει μέρος στην πατρίδα μας που να μην ένιωσε στο πετσί του όλες αυτές τις συμφορές. Η αποχώρηση των κατοχικών δυνάμεων και η επάνοδος της εξόριστης κυβερνήσεως βρήκαν την χώρα καθημαγμένη, κατεστραμμένη, αλλά (το χειρότερο) και διχασμένη.
Η Ελλάς, πέραν της σημαντικότατης ενσωμάτωσης της Δωδεκανήσου, απέτυχε να εξαργυρώσει τις θυσίες της και την προσφορά της στον αγώνα των Συμμάχων ενάντια στον Άξονα με εμπράγματα, εθνικής εμβέλειας ανταλλάγματα. Οι ελπίδες για ευνοϊκή εξέλιξη στα εθνικά ζητήματα του Βορειοηπειρωτικού και του Κυπριακού σύντομα απεδείχθησαν ανεδαφικές. Η ευγνωμοσύνη των “συμμάχων” έμεινε στα λόγια, και ο καθένας κυνικά και ψυχρά, όταν έπαψε πια να έχει την ανάγκη μας, μερίμνησε πάλι για το δικό του συμφέρον. Η Ελλάς από “χώρα ηρώων” ξαναέγινε θλιβερό προτεκτοράτο και αρένα διαπλοκής ξένων συμφερόντων. Ποτέ κανείς δεν μας αποζημίωσε για τις καταστροφές που υπέστημεν, αλλά και μέσα σε μια δίνη νέων δεινών και νέας υποτέλειας δεν αξιωθήκαμε πότε έως σήμερα να διεκδικήσουμε τις πρέπουσες αποζημιώσεις καθ οιονδήποτε τρόπο. Ούτε καν το συναφθέν “υποχρεωτικό” δάνειο.
Λοιπόν, όχι μόνο δεν συνήλθαμε και δεν ωφεληθήκαμε, αλλά απεναντίας τα παλιά φαντάσματα του μίσους και της διχόνοιας βγήκαν ξανά από το σεντούκι ενδυναμωμένα όσο ακόμα στενάζαμε υπό τον Γερμανό κατακτητή, και θέριεψαν με την αποχώρησή του και το αναπόφευκτο κενό εξουσίας που άφηνε. Ο αδελφός ξαναέγινε εχθρός. Ξαναφάγαμε τις σάρκες μας σε μια εθνοκτόνα και ανθρωποφάγα περιδίνηση μίσους, που πολύ φοβάμαι ότι ακόμα μας ταλαιπωρεί, έστω και ως μνήμη, έστω και ως απόηχος. Να ένας ακόμα λόγος που δεν γιορτάζουμε την λήξη του ΒΠΠ. Για εμάς, αν και βρισκόμασταν στην μεριά των νικητών, δεν ήταν νίκη, αλλά ατιμωτική ήττα. Νικήσαμε τον Άξονα, αλλά ηττηθήκαμε κατά κράτος από τον παλιό μας εχθρό, τον αρχέκακο όφι που μας δηλητηριάζει χιλιετίες τώρα. Για εμάς η απελευθέρωση σήμανε σκλαβιά στην αρχαία μας κακοδαιμονία. Μας κατέβαλε πάλι η διχόνοια, το μίσος και η έριδα. Τι να γιορτάσεις; Πώς να γιορτάσεις; Ας γιορτάσουν οι άλλοι λαοί. Εμείς ας πενθήσουμε και ας κλάψουμε για τις αμαρτίες και για τα παθήματά μας. Την ώρα που όλοι οι άλλοι θεράπευαν τις πληγές τους και απένεμαν σκληρή Δικαιοσύνη για όσα εγκλήματα είχαν υποστεί, εμείς εδώ τελματώναμε στην ατιμωρησία και ανοίγαμε νέα επώδυνα έλκη.
Παρόλα αυτά, η 28η Οκτωβρίου αυτή καθεαυτή, είναι για εμάς φάρος που φωτίζει την μετέπειτα πορεία μας, και ο ιστορικός κύκλος που άνοιξε τότε είναι τεράστια δεξαμενή άντλησης διδαγμάτων. Για όσους τουλάχιστο έχουν καρδίαν καθαράν και πνεύμα ευθές, ώστε να διδαχθούν.
Τα διδάγματα σε στρατιωτικό/ επιχειρησιακό επίπεδο είναι έτσι κι αλλιώς αντικείμενο μελέτης από τους ειδικούς του στρατεύματος και τους ιστορικούς. Δίχως το κύρος της αυθεντίας, σταχυολογώντας, θα σημειώσω την τεράστια σημασία της σωστής προετοιμασίας. Οι εξονυχιστικές αναγνωρίσεις που προηγήθησαν, η γνώση του πεδίου, η επάνδρωση των μονάδων της μεθορίου, αλλά και η εκπαίδευση των εφέδρων έδωσαν στην Ελλάδα σημαντικό πλεονέκτημα. Από την άλλη, η πενιχρή διοικητική μέριμνα, ο παλαιός οπλισμός, ο ακατάλληλος για χειμέριο αγώνα εξοπλισμός και ο προβληματικός εφοδιασμός δυσχέραναν σημαντικά τον αγώνα. Οι απώλειες από τα κρυοπαγήματα και τις κακουχίες έφτασαν να είναι συγκρίσιμες με αυτές από τα Ιταλικά πυρά. Η παραμέληση της Αεροπορίας σε συνδυασμό με την αστοχία έγκαιρου εκσυγχρονισμού του δόγματος και των μέσων εναερίου αγώνα παραχώρησαν την εναέρια υπεροχή στους Ιταλούς, με ολέθριες συνέπειες τόσο για το στράτευμα, όσο και για τους αμάχους και τις υποδομές. Νομίζω συγκρίνοντας την τότε κατάσταση με την παρούσα συγκυρία, ίσως θα πρέπει να προβληματιστούμε σοβαρά..
Ωστόσο αυτό που τελικά έδωσε την νίκη στα Ελληνικά όπλα δεν ήταν η υλική αρτιότητα, αλλά το ήθος, το ηθικό και το φρόνημα των έμψυχων συντελεστών του έπους του 40. Και εδώ πρέπει να επιμείνει κανείς, αν αναζητεί το νόημα αυτής της επετείου. Διότι τα «ΟΧΙ» θέλουν λαούς με φρόνημα, και όχι υποζύγια φρόνιμα. Το φρόνημα και το ήθος εκείνων των ανθρώπων μπορούμε να το ορίσουμε σε τρεις βασικούς άξονες: Στην έντονη αίσθηση της συλλογικής ταυτότητας και της ιστορικής συνέχειας του έθνους, στην θυσιαστική διάθεση και την αίσθηση του χρέους, και στον πόθο για ελευθερία και αξιοπρέπεια.
Το «Εμείς» όπως θα το έλεγε και ο Μακρυγιάννης ήταν έντονο εκείνη την εποχή. Ένα «εμείς» που σχηματιζόταν και νοηματοδοτούνταν από την αίσθηση της εθνικής διαχρονίας. Μια ισχυρά σφυρηλατημένη συλλογική ταυτότητα, σαφώς ιερή, αλώβητη από εθνοφοβικές παρεμβάσεις, από εμμονές σε δικαιώματα των ολίγων εις βάρος των πολλών, από ρητορικές για ιδιαιτερότητες, διαφορετικότητες, και λοιπές οντότητες, αποδομητικές της συλλογικής προκοπής. Ένα «εμείς», όπου το όποιο «εγώ» ξεχώριζε όχι ως φυγόπονος φορέας παρασιτικών δικαιωμάτων, αλλά ως παράδειγμα αριστείας και οδοδείκτης, ως πρωτοχορευτής, μπροστάρης και σημαιοφόρος, ως δωρητής και ευεργέτης, ως προεστώς αρετής και προσφοράς. Για τους ανθρώπους αυτούς το ευαγγελικό «Εἴ τις θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων διάκονος» ήταν βαθιά ριζωμένο στην σκέψη και την νοοτροπία τους.
Η συμπαγής συλλογικότητα και η βεβαιότητα της εθνικής διαχρονίας γεννούσε το φιλότιμο, την αίσθηση του χρέους. Γιατί μόνο η αίσθηση της ιστορικής συνέχειας μπορεί να σε κάνει «να νιώσεις μέσα σου όλους τους προγόνους, να φωτίσεις την ορμή τους και να συνεχίσεις το έργο τους», όπως έγραφε ο Ν.Καζαντζάκης. Η φιλότιμη ντροπή απέναντι σε όλους τους προγόνους, όσους προηγήθηκαν στην θυσία, αλλά και εν τω παρόντι βίω απέναντι στην οικογένεια και στα ιερά, και ο πόθος της ευφημίας μέσα στην κοινότητα, στερέωνε την καρδιά όταν έκανε έφοδο με την λόγχη απέναντι στα εχθρικά πολυβόλα, όταν κρατούσε υψώματα μέσα σε βροχή οβίδων, όταν βούλιαζε στα χιόνια και πέθαινε από το κρύο και την πείνα. Αυτή η φιλότιμη ντροπή «υπέρ βωμών και εστιών» μετατρέπει τους ανθρώπους σε υπερανθρώπους που γεννούν θαύματα και εκπλήξεις και γράφουν έπη και ιστορία, ενάντια σε κάθε “λογική” πρόβλεψη.
Οι πρόγονοι και οι νεκροί για αυτούς δεν ήταν «περασμένα-ξεχασμένα». Σχολειό, οικογένεια, εκκλησία, ότι παιδαγώγησε αυτή την γενιά του ‘40, φρόντισε να τους ενσταλάξει σεβασμό, θαυμασμό κι ευγνωμοσύνη για όσους προηγήθηκαν στην θυσία. Τα σχολεία τα κοσμούσαν οι εικόνες των ηρώων του 21, τα χωριά είχαν το καθένα το ηρώον του, κι εκεί τα παιδιά εκείνα μάθαιναν να τιμούν τους νεκρούς, με καταθέσεις στεφάνων, με παρελάσεις, με φιλοπόνως επιμελημένες εθνικές εορτές, με ποιήματα και σημαιοστολισμούς. Ζούσαν με τους ήρωες, τους έβλεπαν, τους μύριζαν, τους ανέπνεαν.
Τα λόγια του λογοτέχνη: «Οι νεκροί σου δεν κοίτουνται στο χώμα. Γενήκαν πουλιά, δέντρα, αγέρας. Κάθεσαι στον ίσκιο τους, θρέφεσαι με τη σάρκα τους, αναπνές το χνότο τους. Γενήκαν ιδέες και πάθη, κι ορίζουν τη βουλή σου και την πράξη σου..» για τις γενιές εκείνες ήταν βίωμα και πράξη.
Έτσι σφυρηλατούταν το ήθος, έτσι οικοδομούταν το φρόνημα, έτσι σπερνόταν και βλάσταινε ο έρωτας της ελευθερίας. Γιατί ένα έθνος, αν θέλει να λέγεται ζωντανό, δεν φτάνει μόνο να έχει “αξίες”, πρέπει και να τις ιεραρχεί και σωστά, σύμφωνα με τον δικό του χαρακτήρα, με τα δικά του υπαρξιακά προτάγματα. Γλυκειά η ειρήνη, φρικτός ο πόλεμος. Καλή η ασφάλεια και η σταθερότητα, και όσα όμορφα και χαρούμενα ανθούν μέσα σε αυτές, αλλά τι να τα κάνεις χωρίς ελευθερία; Μπορεί ο σκλάβος να απολαύσει το ψωμί που τρώει; «Ούκ έπ‘ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος». Για να είναι ευτυχής πρέπει να είναι ελεύθερος. Αυτό προτάσσεται μπροστά και από την ίδια την ζωή ακόμα, διότι αυτό της δίνει νόημα. Άλλωστε όπως έχει ειπωθεί, «όποιος θυσιάζει την ελευθερία του για την ασφάλεια, τελικά χάνει και τα δυο». Και εάν είναι σημαντικό να είναι ο άνθρωπος ελεύθερος ως άτομο, πολλαπλάσια σημαντικό είναι να είναι ελεύθερος ως κοινωνία. Να ορίζει η ίδια πώς θα ζήσει μέσα από τις κοινές στοχεύσεις της συλλογικής ταυτότητας, χωρίς την ξένη θηλιά στον λαιμό της.
Όλα αυτά που τώρα τα λέω με λόγια οι γενιές εκείνες τα βιώνανε ως πράξη. Γιαυτό και έγιναν λιοντάρια μπροστά στον εχθρό, γιαυτό μπόρεσαν να μεγαλουργήσουν, και να συντελέσουν όσα θαυμαστά σήμερα διηγούμαστε.
Τι έχουμε διδαχθεί όμως από αυτούς; Ας αναλογιστούμε τι ήθος περνάμε στα παιδιά μας σήμερα. Πόσες φορές στις σχολικές γιορτές μας ακούστηκε το “όχι πια πόλεμος” αντί για το “όχι πια σκλαβιά”; Τι απέγιναν οι εικόνες των ηρώων από τις σχολικές αίθουσες και στους δημόσιους χώρους; Πόση ψυχή έχουν πια οι σχολικές επέτειοι; Πόσο έχουμε συμβιβαστεί με φράσεις στα σχολικά αναγνώσματα του τύπου «Η Ιταλία μας κήρυξε τον πόλεμο. Και εμείς πήγαμε και κρυφτήκαμε στο υπόγειο»; Πόσο έχουμε πάψει να οργιζόμαστε όταν βλέπουμε να βεβηλώνεται και να καίγεται το εθνικό μας σύμβολο; Αυτό που τα μάτια του σώματος το βλέπουν γαλανόλευκο, αλλά τα μάτια της καρδιάς το βλέπουν κόκκινο από το αίμα τόσων ηρώων. Όλα αυτά ας μην μας θλίβουν, ας μην μας γεννούν δυσφορία, αλλά ας μας προβληματίζουν.
Οι ήρωες του ‘40 σημαίνουν πολλά για εμάς. Είναι οι δικοί μας άνθρωποι. Παππούδες, γονείς, συγγενείς. Οι παλαιότεροι ζήσαμε, μεγαλώσαμε μαζί τους. Είναι όλοι οι μαχητές του θρυλικού 33ου Συντάγματος της Φλώρινας, πεσόντες και βετεράνοι, που σημάδεψαν τα παιδικά μας χρόνια. Είναι οι 7 λεοντόκαδροι λεβέντες, που μας φωνάζουν από το μνημείο έξω ακριβώς από την είσοδο αυτού του χώρου. Είναι ο αείμνηστος ήρωας Δημήτρης Λιώτσης, που η ίδια η αίθουσα αυτή όπου βρισκόμαστε είναι δική του δωρεά, το ίδιο και η παιδική χορωδία που σε λίγο θα μας ευφράνει με τις αγγελικές φωνές της, και που έχει την τιμή να φέρει το όνομά του. Καθόμαστε στον ίσκιο τους, αναπνέουμε το χνότο τους. Έγιναν ιδέες και πάθη, κι ορίζουν τη βουλή μας και την πράξη μας. Ας τους μνημονεύουμε και ας τους τιμούμε με φιλότιμο, που σημαίνει ας τους μιμηθούμε. Όχι στα λόγια, αλλά με πράξεις.
Το έπος του 40 όσα χρόνια και αν περάσουν δεν θα ξεθωριάσει. Θα φωτίζει την εθνική μας διαχρονία μαζί με πολλές άλλες κορυφώσεις της συλλογικής μας ψυχής. Θα είναι πάντα εκεί, για να μας παραδειγματίζει, να μας νοηματοδοτεί και να μας διδάσκει, ανεξάρτητα του πόσο άξιοι ή ανάξιοι θα είμαστε για να διδαχθούμε. «Μνήμη του λαού μου, σε λένε Πίνδο, και σε λένε Άθω». Στο ταμείο της ψυχής μας μαζί με το αθάνατο κρασί του 21, θα βρίσκεται εκεί να μας μεθά και το αθάνατο κρασί του ‘40.
Αντί επιλόγου:
Ο αγώνας του λαού μας απέναντι στην βαρβαρότητα, και το αυθεντικά αδούλωτο ήθος που αυτός φανερώνει, μπορούν να συνοψισθούν σε δυο επιγραφές. Γράφηκαν και οι δυο στο χωριό Κάνδανος των Χανίων. (Το χωριό αυτό κατεστράφη εκ θεμελίων από τα γερμανικά στρατεύματα κατοχής, ως αντίποινα, αλλά και για εκφοβισμό λόγω της αντιστασιακής δράσης των κατοίκων της περιοχής). Η πρώτη επιγραφή τοποθετήθηκε από τους ίδιους τους κατακτητές αμέσως μετά την καταστροφή:
«διά την κτηνώδη δολοφονίαν Γερμανών αλεξιπτωτιστών, αλπινιστών και του Μηχανικού, από άνδρας, γυναίκας παιδιά και παπάδες μαζί, και διότι ετόλμησαν να αντισταθούν κατά του Μεγάλου Ράιχ, κατεστράφη την 3ην -6-1941 η Κάνδανος εκ θεμελίων, δια να μην επανοικοδομηθή πλέον ποτέ»
Κάμποσα χρόνια αργότερα, και μετά την ανοικοδόμηση του χωριού, η Κρητική θυμοσοφία τοποθέτησε δίπλα της μια δεύτερη επιγραφή:
«Το Γ’Ράιχ δεν υπάρχει πια. Η Κάντανος είναι ακόμα εδώ!»
Η Ελλάς είναι ακόμα εδώ, και θα είναι εδώ. Είναι θέλημα «Θεών τε και Ηρώων». Είναι χρέος στους αγέννητους και στους νεκρούς της. Πάντα ελεύθεροι!
Διαβάστε περισσότερα ...

11:23 π.μ.

Μαθητικές ΠαρελάσεΙς. Ένας ιστορικός αναχρονισμός;

Posted by Εφημερίδα Κρουά - Κρουά |




Τον τελευταίο καιρό, γινόμαστε μάρτυρες μιάς προσπάθεια ιστορικής διαστρέβλωσης για το πότε ξεκίνησαν οι μαθητικές παρελάσεις στην Ελλάδα. Διατυπώνεται ο ανιστόρητος ισχυρισμός ότι τις καθιέρωσε η δικτατορία Μεταξά το 1936, άρα αποπνέουν … συντηρητισμό και μιλιταρισμό και συνεπώς πρέπει να καταργηθούν(!). Όμως, και εδώ η «προοδευτικότητα» πιάνεται αδιάβαστη.
Ιστορική διαδρομή
Στην Ελλάδα, κατά την αρχαιότητα, υπήρχαν εορτασμοί με πομπές στις οποίες συμμετείχαν κυρίως νέοι και νέες. Υπάρχουν επίσης, μαρτυρίες για Ολυμπιονίκες που έκαναν παρέλαση σε λαμπρά άρματα από τη μια άκρη της πόλης στην άλλη. Επιπλέον, έχουμε και επιθεωρήσεις στρατιωτικών αγημάτων, όπως αναφέρεται π.χ στην «Κύρου Ανάβαση». Την ιδέα αυτή την πήραν οι Ρωμαίοι και της έδωσαν τον χαρακτήρα του θριάμβου. 
Στη νεότερη εποχή έχουμε  παράδοση των μαθητικών παρελάσεων που οι ρίζες της φθάνουν στον προ-προηγούμενο αιώνα. Οι πρώτοι που παρήλαυναν σε στιγμές εθνικής κινητοποίησης ήταν οι φοιτητές. Στην εφημερίδα «ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ»της 27/3/1884 υπάρχει εκτενής αναφορά για παρέλαση και λαμπαδηδρομίες μαθητών και φοιτητών όχι μόνο στην Αθήνα, αλλά και σε πολλές πόλεις της Ελλάδος, όπως στη άρτι απελευθερωθείσα πόλη της Λάρισας.
 Στην εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» της 26ης Μαρτίου 1899, διαβάζουμε για την πρώτη επίσημη παρέλαση μαθητών: «Μετά την δοξολογίαν τα παρατεταγμένα σώματα παρήλασαν με την μουσικήν επικεφαλής δια της οδού Σταδίου. Ιδιαιτέραν αίσθησιν έκαμεν η πρώτην φοράν εφέτος γενομένη παρέλασις των μαθητών των νομαρχιακών σχολείων Αττικής κατά τετράδες βαινόντων με την ελληνικήν σημαίαν εμπρός. Οι μικροί μαθητές με κανονικότατον βάδισμα έψαλλον πατριωτικά άσματα μεταδίδοντα παντού την συγκίνησιν και τον ενθουσιασμόν».  
Επιπλέον, όπως αναφέρει ο καθηγητής Κων. Βακαλόπουλος στο βιβλίο του «Θράκη» (Εκδόσεις Αφοί Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 2000), οι μαθητές των ελληνικών σχολείων παρήλαυναν στην Αδριανούπολη κατά τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνος, δηλαδή επί Οθωμανών. Μία τέτοια παρέλαση που έλαβε χώρα το 1911 περιγράφει και ο Σμυρναίος ιστορικός και πολιτικός Χρήστος Σολομωνίδης στο βιβλίο του «Χρυσόστομος Σμύρνης». Συγκεκριμένα αναφέρεται σε παρέλαση μαθητών κατά τα εγκαίνια του νέου σταδίου του Πανιωνίου. 
Επίσης ο Κρητικός Μακεδονομάχος Γεώργιος Δικώνυμος- Μακρής, ο οποίος μετείχε ως εθελοντής στους Βαλκανικούς Πολέμους, περιγράφει στα Απομνημονεύματά του («Απομνημονεύματα Γεωργίου Δικώνυμου- Μακρή», σειρά «Αρχείο Μακεδονικού Αγώνα Πηνελόπης Δέλτα», εκδ. ΙΜΧΑ, Θεσσαλονίκη 1984») ότι κατά την απελευθέρωση της Σιάτιστας το 1912 παρήλασαν οι μαθητές με σημαίες και λάβαρα. Κατά τον εορτασμό της 25ης Μαρτίου του 1914, διαπιστώνουμε από την εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» (26/3/1914) πως οι μαθητές των σχολείων του Πειραιά προσήλθαν συντεταγμένοι στη δοξολογία, κρατώντας ταινίες γαλανόλευκες. 
Στο Άργος οι μαθητές συμμετείχαν σε πομπή λαμπαδηφορίας άδοντας πατριωτικά τραγούδια. Λαμπαδηφορία έγινε, επίσης, στη Λάρισα με τη συμμετοχή των σχολείων και του στρατού. Στην Κέρκυρα οι μαθητές όλων των σχολείων προσήλθαν το πρωί στη δοξολογία, ενώ «την νύκτα εγένετο λαμπρά παρέλασις προ των Ανακτόρων και δια των κεντρικοτέρων οδών, των στρατιωτικών λαμπαδηφορούντων, των δε μαθητών του Γυμνασίου μετά ανηρτημένων φανών τη συνοδεία της μουσικής Ρομποτή έψαλλον το εμπνευσμένο εμβατήριο ‘’Ήπειρος’’».
Τα σχολεία εμφανίστηκαν συντεταγμένα στην εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου 1924, ημέρα που συνέπιπτε με την ανακήρυξη της Δημοκρατίας. Τα επόμενα χρόνια αναφέρονται πρόσκοποι και μαθητές στρατιωτικών σχολών που πλαισιώνουν τη στρατιωτική παρέλαση. Το 1926 στην Αθήνα ο εορτασμός έγινε στο Παναθηναϊκό Στάδιο. Σύμφωνα με την εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» της 26ης Μαρτίου, υπήρξε πρωτοφανής συρροή πλήθους: «Προ του Σταδίου είχε παραταχθεί τάγμα του 1ου Συντάγματος και άνδρες της αστυνομίας πόλεων. Μέχρι τις 10:30 είχε τελειώσει η προσέλευσις των σχολείων, των προσκόπων, των μαθητριών, των Λυκείων, κτλ». Μετά την προσέλευση των επισήμων σχηματίστηκε εκκλησιαστική πομπή και τελέστηκε η δοξολογία».                       
Tο 1932 στην Αθήνα τα σχολεία συμμετέχουν μαζί με τους προσκόπους, τη «φρουρά της πόλης» σε παρέλαση ενώπιον επισήμων στον Άγνωστο Στρατιώτη. Η παρέλαση αυτή αποτελεί το επιστέγασμα των άοκνων προσπαθειών του κορυφαίου της αθλητικής επιστήμης Ι.Χρυσάφη, για την αναβάθμιση της Γυμναστικής στα σχολεία, με την προαγωγή του διδασκαλείου γυμναστικής σε ανώτερο εκπαιδευτικό ίδρυμα, την ψήφιση των νόμων 4371/1929 και 5620/1932 και τελικά την ίδρυση της Γυμναστικής Ακαδημία.





Εφημερίδα «Εμπρός» της 26η Μαρτίου 1899.

«Μεταξικό κατασκεύασμα;»
Στις 25 Μαρτίου 1936-πριν την επιβολή του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου– η μαθητική παρέλαση παίρνει χαρακτήρα επίσημο και συμπληρωματικό ως προς τη στρατιωτική. «Πρώτον παρήλασαν τα σχολεία, ακολουθούμενοι από παλαιούς πολεμιστές», διαβάζουμε στο «ΈΘΝΟΣ» της 26.3.36.Και στην Κύπρο οι μαθητικές παρελάσεις των Ελληνοπαίδων θεσμοθετήθηκαν πολύ πριν από το 1936, δηλαδή επί Βρετανικής διοικήσεως (εφημερίδα ΣΗΜΕΡΙΝΗ της Λευκωσίας 30-10-2006). Ένα θεσμό του Ελληνικού Σχολείου, τον οποίο ανέχθηκαν οι Οθωμανοί και Βρετανοί κατακτητές, θέλουν σήμερα να καταργήσουν οι Έλληνες … «προοδευτικοί». 
Με τις μαθητικές παρελάσεις φέρνουμε στην σκέψη μας την 17χρονη Παναγιώτα Σταθοπούλου, που εκτελέσθηκε εν ψυχρώ από γερμανικό άρμα τον Ιούλιο του 1943 στην Αθήνα, επειδή διαδήλωνε με την ελληνική σημαία στα χέρια της. Και φυσικά δεν ξεχνούμε τον πρωταγωνιστικό ρόλο των μαθητών και μαθητριών στον Κυπριακό Αγώνα του 1955- 59 με χαρακτηριστικές περιπτώσεις τον Πετράκη Γιάλλουρο, σημαιοφόρο του Λυκείου Αμμοχώστου, τον οποίο Άγγλοι στρατιώτες πυροβόλησαν εν ψυχρώ και σκότωσαν επειδή παρήλαυνε ζητώντας την Ένωση και βέβαια τον απαγχονισμό του 18χρονου μαθητή Ευαγόρα Παλληκαρίδη
Αυτούς όλους τους αγώνες τιμούν οι νέοι μας όταν παρελαύνουν. Και είναι σαν να καταθέτουν αιώνιο στεφάνι στους συνομηλίκους τους των παλαιοτέρων εποχών και των συνεχών αγώνων.
Αυτά για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας.
Συμβολισμός και συλλογική ταυτότητα
Όμως, το ερώτημα παραμένει: τι ακριβώς συμβολίζουν οι παρελάσεις;
Όπως επισημαίνει χαρακτηριστικά ο κ. Παναγιώτης Ήφαιστος, καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Παντείου Πανεπιστημίου: «Οι μαθητικές παρελάσεις είναι μέρος της παιδευτικής διαδικασίας δημιουργίας ελευθέρων ανθρώπων. Κι αυτό, επειδή σφυρηλατούν τη μνήμη, σμιλεύουν τις συνειδήσεις και διαμορφώνουν τις συλλογικές ταυτότητες που στηρίζουν τους συλλογικούς προσανατολισμούς μιας κοινωνίας.      

 Οι συλλογικές ταυτότητες είναι το θεμέλιο της οντολογικού περιεχομένου συλλογικής ελευθερίας μιας κοινωνίας και η καλλιέργειά της στους νέους συνιστά κατάκτηση πολιτισμού.                                                                                    Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως οι σημερινές πολιτικά ελεύθερες κοινωνίες είναι οι νικήτριες μιας αδυσώπητης διαπάλης μεταξύ των αξιώσεων συλλογικής ελευθερίας των διακριτών κοινωνιών του πλανήτη και των αξιώσεων για κυριαρχία των βαρβάρων ηγεμονισμών».                                                        Με αυτή την ιστορικά ακαταμάχητη λογική και την πίστη στο έθνος-κράτος, την ενσάρκωση της συλλογικής ελευθερίας των διακριτών κοινωνιών, ευοδώνεται καθημερινά η συλλογική ελευθερία ενάντια στον ηγεμονισμό-παγκοσμιοποίηση που ιστορικά επιχειρούσε και συνεχίζει να επιχειρεί να πολτοποιήσει  τις διαφορετικές φυλετικές διαδρομές σε όλο τον κόσμο.  



Στην περίπτωση των μαθητικών παρελάσεων μιας μη ηγεμονικής χώρας, δηλαδή μιας χώρας η οποία δεν επιβουλεύεται τη συλλογική ελευθερία άλλων λαών, οι νεολαίοι εκπαιδεύονται να είναι ελεύθεροι. Οι παρελάσεις των μαθητών, που θυμίζουν τους αγώνες ελευθερίας της οικείας κοινωνίας, είναι η καλλιέργειά τους κατά του ηγεμονισμού-παγκοσμιοποίησης και υπέρ της οντολογικού περιεχομένου αξίωσης της πραγματικής ελευθερίας.                                          Οι εθνικές επέτειοι αποτελούν κορυφαία στιγμή δημόσιου εορτασμού της κοινότητας των ανθρώπων που κατοικούν σ’ έναν τόπο και που συνδέονται μεταξύ τους με κοινούς φυλετικούς, θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και κοινωνικούς δεσμούς. Όταν μια χώρα γιορτάζει την εθνική της ανεξαρτησία, εκδηλώνει δημόσια το συναισθηματικό δέσιμο μεταξύ των μελών της κοινότητας και με τον τόπο στον οποίο γεννήθηκαν, ζούν, αγωνίζονται και αγαπούν. H σημαιοφορία αλλά και η χρήση γενικότερα όλων των εθνικών συμβόλων αποτελούν μέσα εκδήλωσης, πανηγυρικής ανάδειξης και εορτασμού αυτής ακριβώς της μεταφυσικής διαχρονικής επένδυσης στην έννοια της κοινότητας και στην ιστορία της .Της  ιστορίας που δεν είναι παρά ένας ατελείωτος διάλογος ανάμεσα στο παρελθόν και στο παρόν, μίας ζώσας και διαρκώς παρούσας διαχρονικότητας.
Σήμερα, παρ’ όλο που –δυστυχώς-η ιστορική μας γνώση συρρικνώνεται, η συμβολική δύναμη των επετείων παραμένει αμείωτη. Επειδή για όλους, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, η σημαία συμβόλιζε και συμβολίζει το «ανήκειν» στην ίδια εθνική κοινότητα. Και σήμερα είναι εμφανές πλέον, ότι όσοι, οργανωμένα και μεθοδικά, επιτίθενται στα συστατικά στοιχεία της Εθνικής μας ιδιοσυστασίας σ’αυτό ακριβώς στοχεύουν: την Εθνική μας ταυτότητα
Προς το παρόν αποτελούν μία ενοχλητική μειοψηφία. Όπως εκκωφαντικά καταδεικνύεται σε έρευνα της Public Issue για λογαριασμό του τηλεοπτικού σταθμού ΣΚΑΙ, το 85% των Ελλήνων συμφωνούν με τον εορτασμό των Εθνικών εορτών με μαθητικές παρελάσεις, ποσοστό που ανέρχεται στο 95% όσων εκκλησιάζονται. Θα τους επιτρέψουμε όμως να επενδύουν στη δύναμη του χρόνου;
Κώστας Βαϊούλης

Διαβάστε περισσότερα ...